Εξουσία στα κροατικά

Μετάφραση: εξουσία, Λεξικό: ελληνικά » κροατικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
κροατικά
Μεταφράσεις:
moć, energije, pokreće, ovlasti, jakost, ovlast, snaga, snage, napajanja, napajanje
Εξουσία στα κροατικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εξουσία

εξουσία αποφθέγματα, εξουσία τι μπάλα παίζεις, εξουσία συνώνυμα, εξουσία ορισμός, εξουσία και ευημερία, εξουσία λεξικό γλώσσας κροατικά, εξουσία στα κροατικά

Μεταφράσεις

  • εξοργισμένος στα κροατικά - modar, bijesan, žestoki, bijesna, bijesni, bijesno
  • εξορκίζω στα κροατικά - zaklinjati, preklinjati, istjerati, otjerati
  • εξουσιάζω στα κροατικά - kontrole, kontrolirati, upravljati, odbiti, nadglasati, gospodariti, zaobići, ...
  • εξουσιοδοτούμαι στα κροατικά - odjenuti, uložiti, ja, am, sam, me, jesam
Τυχαίες λέξεις
Εξουσία στα κροατικά - Λεξικό: ελληνικά » κροατικά
Μεταφράσεις: moć, energije, pokreće, ovlasti, jakost, ovlast, snaga, snage, napajanja, napajanje