Ανιμισμός στα σουηδικά
Μετάφραση: ανιμισμός, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
Animism, animismen, animism som, animistiska
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ανιμισμός
ανιμισμός ορισμός, σαμανισμός-ανιμισμός, ανιμισμός πληροφοριες, ανιμισμός θρησκεια, χριστιανικός ανιμισμός, ανιμισμός λεξικό γλώσσας σουηδικά, ανιμισμός στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- ανιδιοτελής στα σουηδικά - osjälviska, osjälvisk, osjälviskt, selfless
- ανικανότητα στα σουηδικά - impotens, vanmakt, maktlöshet, oförmåga, kraftlöshet
- ανισότητα στα σουηδικά - ojämlikhet, ojämlikheten, olikhet, orättvisor, ojämlikheter
- ανιχνευτής στα σουηδικά - scout, detektor, detektorn
Τυχαίες λέξεις
Ανιμισμός στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: Animism, animismen, animism som, animistiska
Μεταφράσεις: Animism, animismen, animism som, animistiska