Εκπέμπω στα σουηδικά
Μετάφραση: εκπέμπω, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
avger, utsända, avge, släpper ut, släppa ut
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εκπέμπω
εκπέμπω αόριστος, εκπέμπω κλίση, πέμπω αρχικοί χρόνοι, εκπέμπω in english, εκπέμπω συνώνυμα, εκπέμπω λεξικό γλώσσας σουηδικά, εκπέμπω στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- εκουσίως στα σουηδικά - frivilligt, frivillig, frivillig basis, frivilliga, självmant
- εκούσια στα σουηδικά - frivilligt, frivillig, frivillig basis, frivilliga, självmant
- εκπίπτω στα σουηδικά - falla, höst, nedgång, stupa, trilla, subtrahera, ebb, ...
- εκπαίδευση στα σουηδικά - träning, övning, utbildning, utbildningen, utbildnings, undervisning
Τυχαίες λέξεις
Εκπέμπω στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: avger, utsända, avge, släpper ut, släppa ut
Μεταφράσεις: avger, utsända, avge, släpper ut, släppa ut