Καρέκλα στα σουηδικά
Μετάφραση: καρέκλα, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
stol, ordförande, stolen, ordföranden
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: καρέκλα
καρέκλα μασάζ, καρέκλα γραφείου, καρέκλα διευθυντική minister, καρέκλα σκηνοθέτη, καρέκλα διευθυντική otello, καρέκλα λεξικό γλώσσας σουηδικά, καρέκλα στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- καράφα στα σουηδικά - karaff, karaffen, kannan
- καρέ στα σουηδικά - kontramärke, ramar, bilder, bildrutor, ramarna
- καρίνα στα σουηδικά - köl, kölen, Keel, Köl &, kölens
- καρακάξα στα σουηδικά - skata, Magpie, skatan
Τυχαίες λέξεις
Καρέκλα στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: stol, ordförande, stolen, ordföranden
Μεταφράσεις: stol, ordförande, stolen, ordföranden