Καρέκλα στα πορτογαλικά
Μετάφραση: καρέκλα, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
cadeira, assento, cadeira de, presidente, presidência, poltrona
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: καρέκλα
καρέκλα μασάζ, καρέκλα γραφείου, καρέκλα διευθυντική minister, καρέκλα σκηνοθέτη, καρέκλα διευθυντική otello, καρέκλα λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, καρέκλα στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- καράφα στα πορτογαλικά - jarro, carafe, garrafa, jarra, garrafa de
- καρέ στα πορτογαλικά - revisar, fiscalizar, deter, verificação, inspeccionar, travar, verificar, ...
- καρίνα στα πορτογαλικά - quilha, canguru, da quilha, de quilha, keel, quilha de
- καρακάξα στα πορτογαλικά - pega, Magpie, do Magpie, o magpie, gralha
Τυχαίες λέξεις
Καρέκλα στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: cadeira, assento, cadeira de, presidente, presidência, poltrona
Μεταφράσεις: cadeira, assento, cadeira de, presidente, presidência, poltrona