Οργή στα σουηδικά
Μετάφραση: οργή, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
ilska, raseri, sinnelag, humör, sinnesstämning, rage, vrede, ursinne
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: οργή
οργή «λαού» στα social media για τον αρραβώνα σπυροπούλου-κοντομηνά, οργή συνωνυμα, οργή μόσχας για αθήνα, οργή ονειροκρίτης, οργή (1962), οργή λεξικό γλώσσας σουηδικά, οργή στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- ορατότητα στα σουηδικά - synlighet, sikt, synligheten, sikten, synbarhet
- οργάνωση στα σουηδικά - organisation, organisationen, organisationens
- οργίλος στα σουηδικά - retlig, testy, SNARSTUCKEN
- οργανίστας στα σουηδικά - organist, organisten, som organist
Τυχαίες λέξεις
Οργή στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: ilska, raseri, sinnelag, humör, sinnesstämning, rage, vrede, ursinne
Μεταφράσεις: ilska, raseri, sinnelag, humör, sinnesstämning, rage, vrede, ursinne