Οργή στα ουκρανικά
Μετάφραση: οργή, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
шаленство, вдача, гнівити, обідранці, шалено, настрій, ярість, темперамент, гнів, насилувати, тельфер, лють, сказ, загартувати, злість, шаленість, лютість, ярость
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: οργή
οργή «λαού» στα social media για τον αρραβώνα σπυροπούλου-κοντομηνά, οργή συνωνυμα, οργή μόσχας για αθήνα, οργή ονειροκρίτης, οργή (1962), οργή λεξικό γλώσσας ουκρανικά, οργή στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- ορατότητα στα ουκρανικά - візи, видимість
- οργάνωση στα ουκρανικά - організація
- οργίλος στα ουκρανικά - лютість, гнів, обурення, запальний, запальна, запальну
- οργανίστας στα ουκρανικά - органісте, органіст
Τυχαίες λέξεις
Οργή στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: шаленство, вдача, гнівити, обідранці, шалено, настрій, ярість, темперамент, гнів, насилувати, тельфер, лють, сказ, загартувати, злість, шаленість, лютість, ярость
Μεταφράσεις: шаленство, вдача, гнівити, обідранці, шалено, настрій, ярість, темперамент, гнів, насилувати, тельфер, лють, сказ, загартувати, злість, шаленість, лютість, ярость