Αντιδρώ στα τούρκικα
Μετάφραση: αντιδρώ, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
tepkimek, tepki, reaksiyona, reaksiyon, tepkimeye
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αντιδρώ
αντιδρώ συνώνυμα, αντιδρώ συνώνυμο, αντιδρώ λεξικό γλώσσας τούρκικα, αντιδρώ στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- αντιδιαστολή στα τούρκικα - zıtlık, aykırılık
- αντιδραστήρας στα τούρκικα - reaktör, reaktörü, reaktörün, bir reaktör
- αντιζηλία στα τούρκικα - rekabet, rekabeti, bir rekabet, rekabetin
- αντιθετικός στα τούρκικα - karşıt, antitetik, tezat teşkil eden, tezat teşkil, antithetic
Τυχαίες λέξεις
Αντιδρώ στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: tepkimek, tepki, reaksiyona, reaksiyon, tepkimeye
Μεταφράσεις: tepkimek, tepki, reaksiyona, reaksiyon, tepkimeye