Ερευνητής στα τούρκικα
Μετάφραση: ερευνητής, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
araştırmacı, araştırmacısı, araştırmacının, bir araştırmacı
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ερευνητής
ερευνητής μιχάλης καλογεράκης, ερευνητής βαθμίδες, ερευνητήσ δημοσιογράφοσ, ερευνητής α βαθμίδας, ερευνητήσ ιωάννησ λαμπρόπουλοσ, ερευνητής λεξικό γλώσσας τούρκικα, ερευνητής στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- ερεθίζω στα τούρκικα - tutuşmak, alevlendirebilir, inflame, kışkırtmak, iltihaplanmak
- ερειστικός στα τούρκικα - ereistikos
- ερευνώ στα τούρκικα - soruşturmak, araştırmak, araştırılması, incelemek, araştırmaktır, incelenmesi
- ερημίτης στα τούρκικα - keşiş, hermit, münzevi, inzivaya, inzivaya çekilmiş kimse
Τυχαίες λέξεις
Ερευνητής στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: araştırmacı, araştırmacısı, araştırmacının, bir araştırmacı
Μεταφράσεις: araştırmacı, araştırmacısı, araştırmacının, bir araştırmacı