Κατάφορτος στα τούρκικα
Μετάφραση: κατάφορτος, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
dolu, doludur, gergin, yüklü, yüklüdür
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κατάφορτος
κατάφορτος λεξικό γλώσσας τούρκικα, κατάφορτος στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- κατάστρωμα στα τούρκικα - güverte, deck, güvertesi, katlı, kat
- κατάσχω στα τούρκικα - kamulaştırmak, yedi emine, el koymak, yedi emine vermek, haczetmek
- κατάχρηση στα τούρκικα - taciz, kötüye, istismar, istismarı, kötüye kullanım
- κατέχω στα τούρκικα - kendi, özel, tutmak, tutun, basılı tutun, sahip, tuşunu basılı tutun
Τυχαίες λέξεις
Κατάφορτος στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: dolu, doludur, gergin, yüklü, yüklüdür
Μεταφράσεις: dolu, doludur, gergin, yüklü, yüklüdür