Κατάφορτος στα γερμανικά

Μετάφραση: κατάφορτος, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
voll, voller, behaftet, birgt, beladen
Κατάφορτος στα γερμανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κατάφορτος

κατάφορτος λεξικό γλώσσας γερμανικά, κατάφορτος στα γερμανικά

Μεταφράσεις

  • κατάστρωμα στα γερμανικά - verdeck, deck, Deck, Liege, Decks
  • κατάσχω στα γερμανικά - übernehmen, beschlagnahmen, erobern, konfiszieren, sequestrieren, sequestrate, zu sequestrieren
  • κατάχρηση στα γερμανικά - schmähung, unterschlagung, beschimpfen, veruntreuung, Missbrauch, Mißbrauch, Missbrauchs, ...
  • κατέχω στα γερμανικά - eigen, eignen, eigene, besitzen, eigenes, halten, halten Sie, ...
Τυχαίες λέξεις
Κατάφορτος στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: voll, voller, behaftet, birgt, beladen