Τεντωμένος στα τσεχικά
Μετάφραση: τεντωμένος, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
čas, napínat, roztažený, natažený, nataženou, nataženýma, natažené
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τεντωμένος
τεντωμένος λεξικό γλώσσας τσεχικά, τεντωμένος στα τσεχικά
Μεταφράσεις
- τεμαχίζω στα τσεχικά - rozkrájet, žebírko, rozpitvat, rozebrat, nasekat, štípat, řízek, ...
- τεμπέλης στα τσεχικά - povaleč, nečinný, zbytečný, pomalý, líný, zahálčivý, jalový, ...
- τεντώνομαι στα τσεχικά - protáhnout, napnout, roztáhnout, natahovat, rozprostírat, natáhnout, rozpětí, ...
- τεντώνω στα τσεχικά - rozprostírat, objem, přepínat, natahovat, rozpětí, napnout, úsilí, ...
Τυχαίες λέξεις
Τεντωμένος στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: čas, napínat, roztažený, natažený, nataženou, nataženýma, natažené
Μεταφράσεις: čas, napínat, roztažený, natažený, nataženou, nataženýma, natažené