Χειραφέτηση στα τσεχικά
Μετάφραση: χειραφέτηση, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
osvobození, emancipace, uvolňování, propuštění, emancipaci, emancipací, zrovnoprávnění
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: χειραφέτηση
χειραφέτηση συνώνυμο, χειραφέτηση ορισμός, χειραφέτηση της γυναίκας, χειραφέτηση γυναικας, χειραφέτηση αντώνυμο, χειραφέτηση λεξικό γλώσσας τσεχικά, χειραφέτηση στα τσεχικά
Μεταφράσεις
- χειρίζομαι στα τσεχικά - topůrko, ovládat, ouško, zacházet, vést, držadlo, klika, ...
- χειραγωγία στα τσεχικά - řízení, vedení, poučení, dozor, rada, manipulátor, manipulátoru, ...
- χειραφετώ στα τσεχικά - zrovnoprávnit, emancipovat, vymanit, vyprostit, osvobodit
- χειρισμός στα τσεχικά - manipulace, manipulaci, manipulaci s, manipulační, manipulace s
Τυχαίες λέξεις
Χειραφέτηση στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: osvobození, emancipace, uvolňování, propuštění, emancipaci, emancipací, zrovnoprávnění
Μεταφράσεις: osvobození, emancipace, uvolňování, propuštění, emancipaci, emancipací, zrovnoprávnění