Διάταγμα στα φινλανδικά
Μετάφραση: διάταγμα, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
säätää, säädös, määrätä, päätös, asetus, määräys, tuomioistuinratkaisu, asetuksella, asetuksen, asetuksessa, asetusta
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διάταγμα
διάταγμα παραλαβής, διάταγμα περιοριστικών μέτρων, διάταγμα καρακάλλα, διάταγμα των μεδιολάνων ένας νέος δρόμος ανοίγεται για τους χριστιανούς, διάταγμα του 311, διάταγμα λεξικό γλώσσας φινλανδικά, διάταγμα στα φινλανδικά
Μεταφράσεις
- διάστημα στα φινλανδικά - aikakausi, noitua, väli, hempeys, tietää, erä, aika, ...
- διάσωση στα φινλανδικά - pelastaa, pelastus, Rescue, pelasti, pelastamis-, pelastus-
- διάταξη στα φινλανδικά - asetella, kaunistaa, asetukset, asu, muodostelma, sotajoukko, säännös, ...
- διάφορα στα φινλανδικά - erilaiset, sekalainen, erilainen, eri, erilaisia, erilaista
Τυχαίες λέξεις
Διάταγμα στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: säätää, säädös, määrätä, päätös, asetus, määräys, tuomioistuinratkaisu, asetuksella, asetuksen, asetuksessa, asetusta
Μεταφράσεις: säätää, säädös, määrätä, päätös, asetus, määräys, tuomioistuinratkaisu, asetuksella, asetuksen, asetuksessa, asetusta