Roer στα ελληνικά

Μετάφραση: roer, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σωλήνωση, πίπα, σωλήνας, αυλός, όπλο, τουφέκι, καραμπίνα, πιστόλι, πηδάλιο, δοιάκι, τιμόνι, ηνία, επικεφαλής, ηγεσία
Roer στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • roep στα ελληνικά - στριγκλίζω, κραυγή, στριγγλίζω, κλαίω, διάδοση, κατακραυγή, φήμη, ...
  • roepen στα ελληνικά - στριγκλίζω, ονομάζω, κλαίω, τηλεφωνώ, φωνάζω, κλήση, μάτι, ...
  • roeren στα ελληνικά - αφρίζω, μαστιγώνω, νικώ, μαστίζω, ταραχή, ανάδευσης, αναδεύσεως, ...
  • roerend στα ελληνικά - κινητός, συγκινητικός, συγκινητικό, συγκινητική, αγγίζοντας, επαφή, άγγιγμα
Τυχαίες λέξεις
Roer στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σωλήνωση, πίπα, σωλήνας, αυλός, όπλο, τουφέκι, καραμπίνα, πιστόλι, πηδάλιο, δοιάκι, τιμόνι, ηνία, επικεφαλής, ηγεσία