Zeker στα ελληνικά
Μετάφραση: zeker, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βέβαιος, βέβαια, βεβαίως, τελείως, νεκρός, ασφαλής, τέλεια, πιθανόν, ασφαλώς, απολύτως, πεθαμένος, σίγουρα, μάλλον, αναμφισβήτητα, χρηματοκιβώτιο, πιθανά, στα σίγουρα, σίγουρο, με βεβαιότητα, με σιγουριά
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- hijsen στα ελληνικά - ανυψωτήρας, ανύψωσης, ανυψωτήρα, ανυψωτικών μηχανημάτων, ανυψωτικών
- kaalhoofdig στα ελληνικά - καραφλός, φαλακρός, φαλακρό, Bald, φαλακρά, φαλακροί
- omhoog στα ελληνικά - πάνω, άνω, επάνω, μέχρι, έως, up
- schatten στα ελληνικά - τιμή, αξία, αποτιμώ, υπολογίζω, αναλογία, εκτιμώ, αξιολογώ, ...
Τυχαίες λέξεις
Zeker στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: βέβαιος, βέβαια, βεβαίως, τελείως, νεκρός, ασφαλής, τέλεια, πιθανόν, ασφαλώς, απολύτως, πεθαμένος, σίγουρα, μάλλον, αναμφισβήτητα, χρηματοκιβώτιο, πιθανά, στα σίγουρα, σίγουρο, με βεβαιότητα, με σιγουριά
Μεταφράσεις: βέβαιος, βέβαια, βεβαίως, τελείως, νεκρός, ασφαλής, τέλεια, πιθανόν, ασφαλώς, απολύτως, πεθαμένος, σίγουρα, μάλλον, αναμφισβήτητα, χρηματοκιβώτιο, πιθανά, στα σίγουρα, σίγουρο, με βεβαιότητα, με σιγουριά