Гам στα ελληνικά
Μετάφραση: гам, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σαματάς, ρακέτα, κωπηλατώ, σάλος, καβγάς, σειρά, πάταγος, θόρυβος, οχλαγωγία, σάλο, αναταραχή, αναστάτωση
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- гальюн στα ελληνικά - αποχωρητήριο στρατού, αποχωρητήριο, αποχωρητηρίου, αποχωρητήρια, αποχωρητηρίων
- галёрка στα ελληνικά - θεωρείο, πινακοθήκη, Οι θεοί, θεοί, των θεών, Oι θεοί, και οι θεοί
- гамак στα ελληνικά - αιώρα, αιώρας, μια αιώρα, κούνια
- гамаши στα ελληνικά - γκέτες, κολάν, περικνήμια, leggings, κνήμης κάθε είδους
Τυχαίες λέξεις
Гам στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σαματάς, ρακέτα, κωπηλατώ, σάλος, καβγάς, σειρά, πάταγος, θόρυβος, οχλαγωγία, σάλο, αναταραχή, αναστάτωση
Μεταφράσεις: σαματάς, ρακέτα, κωπηλατώ, σάλος, καβγάς, σειρά, πάταγος, θόρυβος, οχλαγωγία, σάλο, αναταραχή, αναστάτωση