Ασφάλιση στα ουκρανικά

Μετάφραση: ασφάλιση, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
неприборканий, страхування
Ασφάλιση στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ασφάλιση

ασφάλιση κατοικίας, ασφάλιση αυτοκινήτου, ασφάλιση πιστώσεων, ασφάλιση οαεε, ασφάλιση με εργόσημο, ασφάλιση λεξικό γλώσσας ουκρανικά, ασφάλιση στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • ασυνόδευτος στα ουκρανικά - несупроводжуваний, не супроводжується, не супроводжував, не супроводжує, не супроводжуються, не супроводжувався
  • ασφάλεια στα ουκρανικά - захищенні, неприборканий, безпечність, захист, схоронність, охороню, упевненість, ...
  • ασφαλής στα ουκρανικά - доставати, обережний, достати, надійний, холодильник, безпечний, гарантувати, ...
  • ασφαλίζω στα ουκρανικά - доставати, достати, передплачувати, охороняти, підписуватися, гарантувати, застрахувати
Τυχαίες λέξεις
Ασφάλιση στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: неприборканий, страхування