Ασφάλιση στα λιθουανικά
Μετάφραση: ασφάλιση, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
draudimas, draudimo, draudimą, draudimu
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ασφάλιση
ασφάλιση κατοικίας, ασφάλιση αυτοκινήτου, ασφάλιση πιστώσεων, ασφάλιση οαεε, ασφάλιση με εργόσημο, ασφάλιση λεξικό γλώσσας λιθουανικά, ασφάλιση στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- ασυνόδευτος στα λιθουανικά - nelydimas, nelydimi, nelydimam, nelydimų, be palydos
- ασφάλεια στα λιθουανικά - draudimas, apsauga, saugumas, prezervatyvas, saugumo, apsaugos, saugumą
- ασφαλής στα λιθουανικά - saugus, prezervatyvas, seifas, saugūs, saugi, saugiai
- ασφαλίζω στα λιθουανικά - apdrausti, užtikrinti, apsidrausti, drausti
Τυχαίες λέξεις
Ασφάλιση στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: draudimas, draudimo, draudimą, draudimu
Μεταφράσεις: draudimas, draudimo, draudimą, draudimu