Ασφάλιση στα σουηδικά

Μετάφραση: ασφάλιση, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
försäkring, assurans, försäkrings, försäkringar, försäkrings-
Ασφάλιση στα σουηδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ασφάλιση

ασφάλιση κατοικίας, ασφάλιση αυτοκινήτου, ασφάλιση πιστώσεων, ασφάλιση οαεε, ασφάλιση με εργόσημο, ασφάλιση λεξικό γλώσσας σουηδικά, ασφάλιση στα σουηδικά

Μεταφράσεις

  • ασυνόδευτος στα σουηδικά - ensamkommande, obeledsagat, utan medföljande vuxen, ensamma, av obeledsagat
  • ασφάλεια στα σουηδικά - försäkring, säkerhet, assurans, borgen, säkerhets, säkerheten, trygghet
  • ασφαλής στα σουηδικά - säker, ofarlig, riskfri, fästa, försäkra, trygg, kassaskåp, ...
  • ασφαλίζω στα σουηδικά - fästa, trygg, säker, försäkra, säkerställa, försäkrar, försäkra sig
Τυχαίες λέξεις
Ασφάλιση στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: försäkring, assurans, försäkrings, försäkringar, försäkrings-