Εντείνω στα ισλανδικά
Μετάφραση: εντείνω, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
magnað, efla, auka, að efla, magnast
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εντείνω
επεκτείνω στα αγγλικα, επεκτείνω αγγλικα, εντείνω βικιλεξικο, εντείνω συνώνυμο, εντείνω λεξικό γλώσσας ισλανδικά, εντείνω στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- εντατικοποίηση στα ισλανδικά - Efling, nákvæm
- εντατικός στα ισλανδικά - ákafur
- εντελώς στα ισλανδικά - alveg, alls, algerlega, algjörlega, fullkomlega, fullu
- εντοιχισμένος στα ισλανδικά - innfelldu, innfelldri, Innfelld, innfellda, innfelldar
Τυχαίες λέξεις
Εντείνω στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: magnað, efla, auka, að efla, magnast
Μεταφράσεις: magnað, efla, auka, að efla, magnast