Εντείνω στα λετονικά

Μετάφραση: εντείνω, Λεξικό: ελληνικά » λετονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λετονικά
Μεταφράσεις:
pastiprināt, palielināt, paaugstināt, intensificēt, pastiprinās, pastiprinātu, aktīvāk
Εντείνω στα λετονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εντείνω

επεκτείνω στα αγγλικα, επεκτείνω αγγλικα, εντείνω βικιλεξικο, εντείνω συνώνυμο, εντείνω λεξικό γλώσσας λετονικά, εντείνω στα λετονικά

Μεταφράσεις

  • εντατικοποίηση στα λετονικά - intensifikācija, pastiprināšanās, intensifikāciju, intensificēšana, pastiprinoties
  • εντατικός στα λετονικά - intensīvs, intensīva, intensīvi, intensīvas, intensīvu
  • εντελώς στα λετονικά - pilnīgi, pavisam, pilnībā
  • εντοιχισμένος στα λετονικά - zemapmetuma, + Zemapmetuma, ierīkošanai zem apmetuma, slēpta montāža
Τυχαίες λέξεις
Εντείνω στα λετονικά - Λεξικό: ελληνικά » λετονικά
Μεταφράσεις: pastiprināt, palielināt, paaugstināt, intensificēt, pastiprinās, pastiprinātu, aktīvāk