Εντείνω στα τσεχικά
Μετάφραση: εντείνω, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
zvětšit, stupňovat, zvýšit, zostřit, zesílit, zintenzivnit, zintenzívnit, zintenzivnění, zesílí
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εντείνω
επεκτείνω στα αγγλικα, επεκτείνω αγγλικα, εντείνω βικιλεξικο, εντείνω συνώνυμο, εντείνω λεξικό γλώσσας τσεχικά, εντείνω στα τσεχικά
Μεταφράσεις
- εντατικοποίηση στα τσεχικά - zesílení, intenzifikace, zintenzivnění, intenzifikaci, intenzivnější
- εντατικός στα τσεχικά - silný, intenzívní, usilovný, náruživý, vášnivý, prudký, intenzivní, ...
- εντελώς στα τσεχικά - celkem, výhradně, celek, úplně, kompletně, naprosto, plně, ...
- εντοιχισμένος στα τσεχικά - vhodný, Zapuštěný, pod omítku, omítku, zapuštěnou montáž, zapuštěná montáž
Τυχαίες λέξεις
Εντείνω στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: zvětšit, stupňovat, zvýšit, zostřit, zesílit, zintenzivnit, zintenzívnit, zintenzivnění, zesílí
Μεταφράσεις: zvětšit, stupňovat, zvýšit, zostřit, zesílit, zintenzivnit, zintenzívnit, zintenzivnění, zesílí