Καθέλκυση στα σλαβομακεδονικά

Μετάφραση: καθέλκυση, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
лансирање, подигнувањето, започнување, отворањето, започнувањето
Καθέλκυση στα σλαβομακεδονικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: καθέλκυση

καθέλκυση ενός τεράστιου πλοίου, καθέλκυση πλοίων, καθέλκυση πλοίου, καθέλκυση σκαφους, καθέλκυση λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, καθέλκυση στα σλαβομακεδονικά

Μεταφράσεις

  • καημός στα σλαβομακεδονικά - копнеж, копнежот, копнее, желбата, стремеж
  • καθάρισμα στα σλαβομακεδονικά - чистење, за чистење, чистење на, за чистење на, чистењето
  • καθήκον στα σλαβομακεδονικά - задачата, задача, задачи, задача да
  • καθίζω στα σλαβομακεδονικά - седат, седите, седнат, седне, седи
Τυχαίες λέξεις
Καθέλκυση στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: лансирање, подигнувањето, започнување, отворањето, започнувањето