Καθέλκυση στα τσεχικά
Μετάφραση: καθέλκυση, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
vypuštění, spuštění, zahájení, odpalování, spouštění
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: καθέλκυση
καθέλκυση ενός τεράστιου πλοίου, καθέλκυση πλοίων, καθέλκυση πλοίου, καθέλκυση σκαφους, καθέλκυση λεξικό γλώσσας τσεχικά, καθέλκυση στα τσεχικά
Μεταφράσεις
- καημός στα τσεχικά - utrpení, bolest, přát, tíseň, tužba, dychtit, žádat, ...
- καθάρισμα στα τσεχικά - čištění, uklízení, úklid, čištění oděvů, čisticí, čistící
- καθήκον στα τσεχικά - povinnost, dílo, dávka, služba, práce, funkce, problém, ...
- καθίζω στα τσεχικά - mandát, místo, křeslo, rezidence, posadit, sedačka, sídlo, ...
Τυχαίες λέξεις
Καθέλκυση στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: vypuštění, spuštění, zahájení, odpalování, spouštění
Μεταφράσεις: vypuštění, spuštění, zahájení, odpalování, spouštění