Καθέλκυση στα λετονικά
Μετάφραση: καθέλκυση, Λεξικό: ελληνικά » λετονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λετονικά
Μεταφράσεις:
ieviešana, debija, palaišana, uzsākšana, uzsākšanai, uzsākot, uzsākšanu
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: καθέλκυση
καθέλκυση ενός τεράστιου πλοίου, καθέλκυση πλοίων, καθέλκυση πλοίου, καθέλκυση σκαφους, καθέλκυση λεξικό γλώσσας λετονικά, καθέλκυση στα λετονικά
Μεταφράσεις
- καημός στα λετονικά - gribēt, ciešanas, vēlme, vēlēšanās, vēlēties, ilgas, ilgojas, ...
- καθάρισμα στα λετονικά - tīrīšana, uzkopšana, tīrīšanas, tīrītavas, tīrīšanu
- καθήκον στα λετονικά - nodeva, nodoklis, uzdevums, uzdevumu, uzdevuma
- καθίζω στα λετονικά - sēdvieta, sēdēt, sēž, apsēsties, sit, sēdēs
Τυχαίες λέξεις
Καθέλκυση στα λετονικά - Λεξικό: ελληνικά » λετονικά
Μεταφράσεις: ieviešana, debija, palaišana, uzsākšana, uzsākšanai, uzsākot, uzsākšanu
Μεταφράσεις: ieviešana, debija, palaišana, uzsākšana, uzsākšanai, uzsākot, uzsākšanu