Ναρκωμένος στα ολλανδικά
Μετάφραση: ναρκωμένος, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
verdoofd, verkleumd, verdoven, gevoelloos, numb
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ναρκωμένος
ναρκωμένος λεξικό γλώσσας ολλανδικά, ναρκωμένος στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- ναι στα ολλανδικά - ja, jawel, yes
- ναρκομανής στα ολλανδικά - verdovend, verdovend middel, verdovende, nashville, narcotische
- ναρκωτικό στα ολλανδικά - drogerij, dope, kruid, verdoven, drug, narcoticum, medicijn, ...
- ναυάγιο στα ολλανδικά - schipbreuk, scheepswrak, wrak, schipbreuk van, schip breuk
Τυχαίες λέξεις
Ναρκωμένος στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: verdoofd, verkleumd, verdoven, gevoelloos, numb
Μεταφράσεις: verdoofd, verkleumd, verdoven, gevoelloos, numb