Ναρκωμένος στα πολωνικά

Μετάφραση: ναρκωμένος, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
apatyczny, zesztywniały, skamieniały, zdrętwiały, drętwy, zdrętwiałe, odrętwiały, zdrętwiała
Ναρκωμένος στα πολωνικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ναρκωμένος

ναρκωμένος λεξικό γλώσσας πολωνικά, ναρκωμένος στα πολωνικά

Μεταφράσεις

  • ναι στα πολωνικά - oczywiście, tak, owszem, yes, tak Wystąpił
  • ναρκομανής στα πολωνικά - nałogowiec, entuzjasta, oddawać, narkoman, uprawiać, narkotyk, narkotyczny, ...
  • ναρκωτικό στα πολωνικά - lek, narkotyzować, narkotyk, lekarstwo, ćpać, leku, narkotyków, ...
  • ναυάγιο στα πολωνικά - rozbić, rozbijać, rozbicie, zniszczyć, katastrofa, wrak, shipwreck, ...
Τυχαίες λέξεις
Ναρκωμένος στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: apatyczny, zesztywniały, skamieniały, zdrętwiały, drętwy, zdrętwiałe, odrętwiały, zdrętwiała