Ναρκωμένος στα ουγγρικά
Μετάφραση: ναρκωμένος, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
elzsibbadt, zsibbadt, zsibbad, dermedt, érzéketlen
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ναρκωμένος
ναρκωμένος λεξικό γλώσσας ουγγρικά, ναρκωμένος στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- ναι στα ουγγρικά - igen, yes, Igen A, az Igen
- ναρκομανής στα ουγγρικά - kábító, narkotikus, narkotikum, kábítószer, a kábító
- ναρκωτικό στα ουγγρικά - gyógyáru, drog, kábítószer, gyógyszer, a kábítószer
- ναυάγιο στα ουγγρικά - hajótörés, hajóroncs, elsüllyedéséről, hajótörése, hajótörést
Τυχαίες λέξεις
Ναρκωμένος στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: elzsibbadt, zsibbadt, zsibbad, dermedt, érzéketlen
Μεταφράσεις: elzsibbadt, zsibbadt, zsibbad, dermedt, érzéketlen