Ναρκωμένος στα σλαβομακεδονικά

Μετάφραση: ναρκωμένος, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
вцепенен, вкочанети, Неми, занемен, вкочанетост
Ναρκωμένος στα σλαβομακεδονικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ναρκωμένος

ναρκωμένος λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, ναρκωμένος στα σλαβομακεδονικά

Μεταφράσεις

  • ναι στα σλαβομακεδονικά - Да, Yes, одговорот е да
  • ναρκομανής στα σλαβομακεδονικά - наркотични, опојни, наркотик, наркотична, опојни дроги
  • ναρκωτικό στα σλαβομακεδονικά - дрога, на дрога, дрогата, лек, лекот
  • ναυάγιο στα σλαβομακεδονικά - бродолом, бродоломот, брод, преживеала бродолом, бродска
Τυχαίες λέξεις
Ναρκωμένος στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: вцепенен, вкочанети, Неми, занемен, вкочанетост