Πειρασμός στα δανικά

Μετάφραση: πειρασμός, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
fristelse, fristelsen, fristelsen til, fristelser, fristende
Πειρασμός στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πειρασμός

πειρασμός τελευταίο επεισόδιο με ελληνικούς υπότιτλους, πειρασμός σολωμός, πειρασμός στο θέατρο ελυζε, πειρασμός συνώνυμα, πειρασμός επεισόδιο 29, πειρασμός λεξικό γλώσσας δανικά, πειρασμός στα δανικά

Μεταφράσεις

  • πειραματίζομαι στα δανικά - forsøg, eksperiment, forsøget, eksperimentet
  • πειραματικός στα δανικά - eksperimentel, eksperimenterende, eksperimentelle, eksperimentelt, forsøg
  • πειρατής στα δανικά - pirat, Pirate, sørøver, pirats
  • πεισματάρης στα δανικά - stædig, stædige, genstridige, stædigt
Τυχαίες λέξεις
Πειρασμός στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: fristelse, fristelsen, fristelsen til, fristelser, fristende