Πειρασμός στα γερμανικά
Μετάφραση: πειρασμός, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
versuchung, Versuchung, Verführung, Versuchungen, der Versuchung
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πειρασμός
πειρασμός τελευταίο επεισόδιο με ελληνικούς υπότιτλους, πειρασμός σολωμός, πειρασμός στο θέατρο ελυζε, πειρασμός συνώνυμα, πειρασμός επεισόδιο 29, πειρασμός λεξικό γλώσσας γερμανικά, πειρασμός στα γερμανικά
Μεταφράσεις
- πειραματίζομαι στα γερμανικά - versuch, experiment, Experiment, Versuch, Experiments, experimentieren
- πειραματικός στα γερμανικά - experimentell, Experimental-, Versuchs-, experimentellen
- πειρατής στα γερμανικά - pirat, seeräuber, plagiator, Pirat, Piraten, pirate
- πεισματάρης στα γερμανικά - starrköpfig, dickköpfig, eigensinnig, hartnackig, hartnäckig, widerspenstig, stur, ...
Τυχαίες λέξεις
Πειρασμός στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: versuchung, Versuchung, Verführung, Versuchungen, der Versuchung
Μεταφράσεις: versuchung, Versuchung, Verführung, Versuchungen, der Versuchung