Συνομιλητής στα φινλανδικά

Μετάφραση: συνομιλητής, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
keskustelukumppani, neuvottelukumppani, keskustelukumppanina, neuvottelukumppanina, keskustelukumppanin
Συνομιλητής στα φινλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: συνομιλητής

συνομιλητής translate, συνομιλητής συνώνυμο, συνομιλητής συνώνυμα, συνομιλητής λεξικό γλώσσας φινλανδικά, συνομιλητής στα φινλανδικά

Μεταφράσεις

  • συνολικός στα φινλανδικά - yleinen, koko, yhteensä, kokonaispistemäärään, kokonais
  • συνομιλία στα φινλανδικά - keskustelu, vuoropuhelu, puhelu, sanailu, keskustelun, keskustelua, keskusteluun, ...
  • συνομιλώ στα φινλανδικά - puhua, keskustella, puida, talk, puhetta, puhe, puhuttu
  • συνομοσπονδία στα φινλανδικά - valtioliitto, valaliiton, liitto, valaliitto, keskusjärjestön
Τυχαίες λέξεις
Συνομιλητής στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: keskustelukumppani, neuvottelukumppani, keskustelukumppanina, neuvottelukumppanina, keskustelukumppanin