Συνομιλητής στα ιταλικά
Μετάφραση: συνομιλητής, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
interlocutore, dell'interlocutore, interlocutrice, interlocutori
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: συνομιλητής
συνομιλητής translate, συνομιλητής συνώνυμο, συνομιλητής συνώνυμα, συνομιλητής λεξικό γλώσσας ιταλικά, συνομιλητής στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- συνολικός στα ιταλικά - camice, complessivo, globale, totale, grembiule, complessiva, totale di, ...
- συνομιλία στα ιταλικά - discorso, conversazione, colloquio, conversazioni, la conversazione, di conversazione
- συνομιλώ στα ιταλικά - contrario, inverso, opposto, discorso, parlare, colloquio, conversazione, ...
- συνομοσπονδία στα ιταλικά - confederazione, Confederation, confederale
Τυχαίες λέξεις
Συνομιλητής στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: interlocutore, dell'interlocutore, interlocutrice, interlocutori
Μεταφράσεις: interlocutore, dell'interlocutore, interlocutrice, interlocutori