Συνομιλητής στα λιθουανικά

Μετάφραση: συνομιλητής, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
pašnekovas, pašnekovu, tarpininku, pašnekovą, partnere
Συνομιλητής στα λιθουανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: συνομιλητής

συνομιλητής translate, συνομιλητής συνώνυμο, συνομιλητής συνώνυμα, συνομιλητής λεξικό γλώσσας λιθουανικά, συνομιλητής στα λιθουανικά

Μεταφράσεις

  • συνολικός στα λιθουανικά - visas, suma, bendras, viso
  • συνομιλία στα λιθουανικά - pokalbis, pokalbį, pokalbio, Dialogas, pokalbių
  • συνομιλώ στα λιθουανικά - kalbėtis, kalbėti, pokalbis, aptarimas, kalbama, talk
  • συνομοσπονδία στα λιθουανικά - konfederacija, konfederacijos, konfederacijai, konfederacinė, konfederaciją
Τυχαίες λέξεις
Συνομιλητής στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: pašnekovas, pašnekovu, tarpininku, pašnekovą, partnere