Συνομιλητής στα νορβηγικά

Μετάφραση: συνομιλητής, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
samtalepartner, samtale, interlocutor, partner, samtaleparten
Συνομιλητής στα νορβηγικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: συνομιλητής

συνομιλητής translate, συνομιλητής συνώνυμο, συνομιλητής συνώνυμα, συνομιλητής λεξικό γλώσσας νορβηγικά, συνομιλητής στα νορβηγικά

Μεταφράσεις

  • συνολικός στα νορβηγικά - generell, total, totalt, totale, samlet
  • συνομιλία στα νορβηγικά - samtale, samtalen, samtaler
  • συνομιλώ στα νορβηγικά - talk, diskusjon, snakk, snakke
  • συνομοσπονδία στα νορβηγικά - konføderasjon, konføderasjonen, hovedsammenslutning, Confederation, forbund
Τυχαίες λέξεις
Συνομιλητής στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: samtalepartner, samtale, interlocutor, partner, samtaleparten