Γενναίος στα αλβανικά
Μετάφραση: γενναίος, Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
guximtar, trim, guximshëm, guximshme, i guximshëm, të guximshëm
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: γενναίος
γενναίος ετυμολογία, γενναίος τηλέμαχος, γενναίοσ καινούργιοσ κόσμοσ, γενναίος συνώνυμο, γενναίος αντίθετο, γενναίος λεξικό γλώσσας αλβανικά, γενναίος στα αλβανικά
Μεταφράσεις
- γεννήτρια στα αλβανικά - gjenerator, gjeneratori, gjenerator i, gjenerator të, gjeneratorit
- γενναία στα αλβανικά - trim, guximshëm, guximshme, i guximshëm, të guximshëm
- γενναιοδωρία στα αλβανικά - bujari, bujaria, bujarinë, bujaria e, zemërgjerësi
- γενναιόδωρα στα αλβανικά - bujarisht, bujari, zemërgjerësi, me bujari, me zemërgjerësi
Τυχαίες λέξεις
Γενναίος στα αλβανικά - Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Μεταφράσεις: guximtar, trim, guximshëm, guximshme, i guximshëm, të guximshëm
Μεταφράσεις: guximtar, trim, guximshëm, guximshme, i guximshëm, të guximshëm