Δυσκαμψία στα αλβανικά

Μετάφραση: δυσκαμψία, Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
shtagësi, jofleksibiliteti, mungesë fleksibiliteti, papërkulshmëri
Δυσκαμψία στα αλβανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: δυσκαμψία

δυσκαμψία στον αυχένα, δυσκαμψία δακτύλων, δυσκαμψία του αυχένα, δυσκαμψία υποστυλώματοσ, δυσκαμψία προβόλου, δυσκαμψία λεξικό γλώσσας αλβανικά, δυσκαμψία στα αλβανικά

Μεταφράσεις

  • δυσεπίλυτος στα αλβανικά - i vështirë, kokëfortë, vështirë, vështira
  • δυσκίνητος στα αλβανικά - fjetur, i rëndë, i pavolitshëm, rëndë, të rëndë, pavolitshëm
  • δυσκολία στα αλβανικά - zor, vështirësi, Vështirësia I, Vështirësia, vështirësitë, vështirë
  • δυσκολοχώνευτος στα αλβανικά - dyskolochoneftos
Τυχαίες λέξεις
Δυσκαμψία στα αλβανικά - Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Μεταφράσεις: shtagësi, jofleksibiliteti, mungesë fleksibiliteti, papërkulshmëri