Δωροδοκία στα αλβανικά
Μετάφραση: δωροδοκία, Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
ryshfet, dhurata, dhuratë, ryshfetit, mitë
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: δωροδοκία
δωροδοκία εοτ, δωροδοκία δημοσίου υπαλλήλου, δωροδοκία συνώνυμο, δωροδοκία σδοε, δωροδοκία στον ιδιωτικό τομέα, δωροδοκία λεξικό γλώσσας αλβανικά, δωροδοκία στα αλβανικά
Μεταφράσεις
- δωρεά στα αλβανικά - dhuratë, dhurim, donacion, donacioni, Dhurimi, donacion i
- δωρεάν στα αλβανικά - çliroj, lirë, falas, i lirë, pa, pa pagesë
- δωροληψία στα αλβανικά - korruptim, ryshfetmarrje, Korruptueshmëria
- δωσίλογος στα αλβανικά - Bashkëpunëtorët, bashkëpunëtorë, bashkëpunëtorëve, bashkëpunëtorët e, bashkëpunëtorëve të
Τυχαίες λέξεις
Δωροδοκία στα αλβανικά - Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Μεταφράσεις: ryshfet, dhurata, dhuratë, ryshfetit, mitë
Μεταφράσεις: ryshfet, dhurata, dhuratë, ryshfetit, mitë