Δωροδοκία στα λιθουανικά
Μετάφραση: δωροδοκία, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
kyšis, kyšį, kyšio, kyšius
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: δωροδοκία
δωροδοκία εοτ, δωροδοκία δημοσίου υπαλλήλου, δωροδοκία συνώνυμο, δωροδοκία σδοε, δωροδοκία στον ιδιωτικό τομέα, δωροδοκία λεξικό γλώσσας λιθουανικά, δωροδοκία στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- δωρεά στα λιθουανικά - talentas, auka, dovana, donorystė, donorystės, dovanojimo
- δωρεάν στα λιθουανικά - laisvas, nemokamai, free, nemokama, be
- δωροληψία στα λιθουανικά - parsidavimas, paperkamumas, parsidavėliškumas, Przekupność, Papirkdamas
- δωσίλογος στα λιθουανικά - bendradarbiai, bendradarbiams, kolaborantai, bendradarbių, kolaborantų
Τυχαίες λέξεις
Δωροδοκία στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: kyšis, kyšį, kyšio, kyšius
Μεταφράσεις: kyšis, kyšį, kyšio, kyšius