Δωροδοκία στα τσεχικά
Μετάφραση: δωροδοκία, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
úplatkářství, uplácení, korupce, podplácení, úplatek, úplatku, úplatkem, bribe
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: δωροδοκία
δωροδοκία εοτ, δωροδοκία δημοσίου υπαλλήλου, δωροδοκία συνώνυμο, δωροδοκία σδοε, δωροδοκία στον ιδιωτικό τομέα, δωροδοκία λεξικό γλώσσας τσεχικά, δωροδοκία στα τσεχικά
Μεταφράσεις
- δωρεά στα τσεχικά - vloha, věnování, dar, dárcovství, darování, nadání, daru, ...
- δωρεάν στα τσεχικά - volný, nenucený, uvolnit, nevázaný, bezplatný, bezplatně, dobrovolný, ...
- δωροληψία στα τσεχικά - korupce, prodejnost, podplatitelnost
- δωσίλογος στα τσεχικά - zodpovědný, odpovědný, spolupracovníci, spolupracovníky, spolupracovníků, spolupracovníkům, kolaboranti
Τυχαίες λέξεις
Δωροδοκία στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: úplatkářství, uplácení, korupce, podplácení, úplatek, úplatku, úplatkem, bribe
Μεταφράσεις: úplatkářství, uplácení, korupce, podplácení, úplatek, úplatku, úplatkem, bribe