Επεμβαίνω στα αλβανικά

Μετάφραση: επεμβαίνω, Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
ndërhyj, ndërhyjë, ndërhyjnë, të ndërhyjë, të ndërhyjnë
Επεμβαίνω στα αλβανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: επεμβαίνω

παρεμβαίνω στα αγγλικα, επεμβαίνω ή παρεμβαίνω, επεμβαίνω αόριστος, επεμβαίνω κλίση, επεμβαίνω λεξικο, επεμβαίνω λεξικό γλώσσας αλβανικά, επεμβαίνω στα αλβανικά

Μεταφράσεις

  • επεκτατικός στα αλβανικά - i shtrirë, shtrirë, të shtrirë, zgjerues, ekspansiv
  • επεκτείνω στα αλβανικά - shtrij, zgjat, zgjeroj, zgjas, shpreh, zgjasë, të zgjeruar
  • επενέργεια στα αλβανικά - veprim, aktivitet, efekt, efekti, efekti i, efektin, efekt të
  • επενδύω στα αλβανικά - rresht, vijë, varg, investoj, investuar, investojë, investojnë, ...
Τυχαίες λέξεις
Επεμβαίνω στα αλβανικά - Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Μεταφράσεις: ndërhyj, ndërhyjë, ndërhyjnë, të ndërhyjë, të ndërhyjnë