Επεμβαίνω στα σλαβομακεδονικά

Μετάφραση: επεμβαίνω, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
се меша, меша, да се меша, се мешаат, мешаат
Επεμβαίνω στα σλαβομακεδονικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: επεμβαίνω

παρεμβαίνω στα αγγλικα, επεμβαίνω ή παρεμβαίνω, επεμβαίνω αόριστος, επεμβαίνω κλίση, επεμβαίνω λεξικο, επεμβαίνω λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, επεμβαίνω στα σλαβομακεδονικά

Μεταφράσεις

  • επεκτατικός στα σλαβομακεδονικά - експанзивна, експанзивен, експанзивната, експанзивно, ширен
  • επεκτείνω στα σλαβομακεδονικά - се прошири, прошири, да се прошири, продолжување, продолжи
  • επενέργεια στα σλαβομακεδονικά - ефект, ефектот, сила, влијание, дејство
  • επενδύω στα σλαβομακεδονικά - кабелот, инвестираат, инвестира, инвестирање, инвестираме, се инвестира
Τυχαίες λέξεις
Επεμβαίνω στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: се меша, меша, да се меша, се мешаат, мешаат