Επεμβαίνω στα φινλανδικά

Μετάφραση: επεμβαίνω, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
puuttua, kajota, häiritä, sekaantua, häiritse, häiritsevät, haitata
Επεμβαίνω στα φινλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: επεμβαίνω

παρεμβαίνω στα αγγλικα, επεμβαίνω ή παρεμβαίνω, επεμβαίνω αόριστος, επεμβαίνω κλίση, επεμβαίνω λεξικο, επεμβαίνω λεξικό γλώσσας φινλανδικά, επεμβαίνω στα φινλανδικά

Μεταφράσεις

  • επεκτατικός στα φινλανδικά - uhkea, aava, ekspansiivinen, laaja, ekspansiivisen, laajoja, ekspansiivisessa
  • επεκτείνω στα φινλανδικά - pidentää, suoda, täsmentää, levittää, laajeta, kestää, laventaa, ...
  • επενέργεια στα φινλανδικά - vaikuttaa, teko, arvovalta, tohina, toimekkuus, temppu, vaikute, ...
  • επενδύω στα φινλανδικά - elinkeino, kaapeli, sijoittaa, rivi, varustaa, linja, köysi, ...
Τυχαίες λέξεις
Επεμβαίνω στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: puuttua, kajota, häiritä, sekaantua, häiritse, häiritsevät, haitata