Οικιακός στα αλβανικά

Μετάφραση: οικιακός, Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
familje, familja, shtëpiake, familjes, familjare
Οικιακός στα αλβανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: οικιακός

οικιακός μύλος για αλεύρι, οικιακός αποστακτήρας αιθέριων ελαίων, οικιακός κοπτοράπτης, οικιακός κομποστοποιητής, οικιακός βιολογικός καθαρισμός κόστος, οικιακός λεξικό γλώσσας αλβανικά, οικιακός στα αλβανικά

Μεταφράσεις

  • οικειοποιούμαι στα αλβανικά - oikeiopoioumai
  • οικειότητα στα αλβανικά - miqësi e ngushtë, intimitet, intimiteti, intimitetit, intimitetin
  • οικισμός στα αλβανικά - fshat, zgjidhje, vendbanim, shlyerja, marrëveshje, vendbanimi
  • οικιστής στα αλβανικά - kolon, ardhës, arsye vendimtare, goditje vendimtare, arësye vendimtare
Τυχαίες λέξεις
Οικιακός στα αλβανικά - Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Μεταφράσεις: familje, familja, shtëpiake, familjes, familjare