Οικιακός στα ισπανικά

Μετάφραση: οικιακός, Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
casero, familia, casa, hogar, doméstico, indígena, hogares
Οικιακός στα ισπανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: οικιακός

οικιακός μύλος για αλεύρι, οικιακός αποστακτήρας αιθέριων ελαίων, οικιακός κοπτοράπτης, οικιακός κομποστοποιητής, οικιακός βιολογικός καθαρισμός κόστος, οικιακός λεξικό γλώσσας ισπανικά, οικιακός στα ισπανικά

Μεταφράσεις

  • οικειοποιούμαι στα ισπανικά - apropiado, pertinente, conveniente, adecuado, oikeiopoioumai
  • οικειότητα στα ισπανικά - familiaridad, intimidad, la intimidad, de intimidad
  • οικισμός στα ισπανικά - colonia, asentamiento, liquidación, acuerdo, solución, arreglo
  • οικιστής στα ισπανικά - colono, poblador, colonos, los colonos, de colonos
Τυχαίες λέξεις
Οικιακός στα ισπανικά - Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Μεταφράσεις: casero, familia, casa, hogar, doméstico, indígena, hogares