Πάσχω στα αλβανικά
Μετάφραση: πάσχω, Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
heq, vuaj, vuajnë, të vuajnë, vuajë, të vuajë
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πάσχω
πάσχω από κατάθλιψη, πάσχω ( πασχω ), πάσχω από σχιζοφρένεια, πάσχω ομόρριζα, πάσχω κλίση, πάσχω λεξικό γλώσσας αλβανικά, πάσχω στα αλβανικά
Μεταφράσεις
- πάροδος στα αλβανικά - rrugë anësore, parrahur, i parrahur
- πάσσαλος στα αλβανικά - hu, kunj, gotëz, kap me kapëse, varëse, kapëse rrobash
- πάταγος στα αλβανικά - zhurmë, bëj potere, godas fort, jap një goditje, balluke
- πάτερο στα αλβανικά - Patero
Τυχαίες λέξεις
Πάσχω στα αλβανικά - Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Μεταφράσεις: heq, vuaj, vuajnë, të vuajnë, vuajë, të vuajë
Μεταφράσεις: heq, vuaj, vuajnë, të vuajnë, vuajë, të vuajë