Πάσχω στα τούρκικα
Μετάφραση: πάσχω, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
acı çekmek, katlanmak, acı, muzdarip, zarar
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πάσχω
πάσχω από κατάθλιψη, πάσχω ( πασχω ), πάσχω από σχιζοφρένεια, πάσχω ομόρριζα, πάσχω κλίση, πάσχω λεξικό γλώσσας τούρκικα, πάσχω στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- πάροδος στα τούρκικα - karanlık yol, Byway, dolaşık yol, bir karanlık yol, ara yol
- πάσσαλος στα τούρκικα - direk, kazık, dübel, peg, mandal, pimi, kazığı
- πάταγος στα τούρκικα - kaza, şamata, patlama, Bang, bir patlama, gürültü
- πάτερο στα τούρκικα - Patero
Τυχαίες λέξεις
Πάσχω στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: acı çekmek, katlanmak, acı, muzdarip, zarar
Μεταφράσεις: acı çekmek, katlanmak, acı, muzdarip, zarar