Πάσχω στα λευκορωσικά
Μετάφραση: πάσχω, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
пакутаваць, цярпець, пакутваць
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πάσχω
πάσχω από κατάθλιψη, πάσχω ( πασχω ), πάσχω από σχιζοφρένεια, πάσχω ομόρριζα, πάσχω κλίση, πάσχω λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, πάσχω στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- πάροδος στα λευκορωσικά - малавывучаная
- πάσσαλος στα λευκορωσικά - слуп, калок, калочак
- πάταγος στα λευκορωσικά - выбух
- πάτερο στα λευκορωσικά - Патеро
Τυχαίες λέξεις
Πάσχω στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: пакутаваць, цярпець, пакутваць
Μεταφράσεις: пакутаваць, цярпець, пакутваць