Πάσχω στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: πάσχω, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
страдаат, страдате, претрпи, страда, страдаат од
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πάσχω
πάσχω από κατάθλιψη, πάσχω ( πασχω ), πάσχω από σχιζοφρένεια, πάσχω ομόρριζα, πάσχω κλίση, πάσχω λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, πάσχω στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- πάροδος στα σλαβομακεδονικά - пропратен пат
- πάσσαλος στα σλαβομακεδονικά - колче, врзувањето, фиксниот девизен курс, фиксирањето, врзување
- πάταγος στα σλαβομακεδονικά - тресне, тресок, бенг, Bang, страшен тресок
- πάτερο στα σλαβομακεδονικά - Patero
Τυχαίες λέξεις
Πάσχω στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: страдаат, страдате, претрпи, страда, страдаат од
Μεταφράσεις: страдаат, страдате, претрпи, страда, страдаат од